«Τα Πουλιά»: Οι τρομακτικές αληθινές ιστορίες πίσω από τα γυρίσματα της εμβληματικής ταινίας του Χίτσκοκ
Επιθέσεις από αληθινά πουλιά, τραυματισμοί και η κακοποίηση της πρωταγωνίστριας «υφαίνουν» τον μύθο αυτού του κλασικού φιλμ
Το «Birds» του 1963 είναι ένα από τα πιο διάσημα και αγαπημένα έργα του Άλφρεντ Χίτσκοκ, και η επιρροή του αγγίζει ολόκληρα τα 60 χρόνια που ακολούθησαν στη δημιουργία ταινιών τρόμου.
Και όμως, από τις εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια που σπαταλήθηκαν για μηχανικά πουλιά που έμοιαζαν ψεύτικα, μέχρι τα αληθινά πουλιά που επιτέθηκαν στο καστ και το συνεργείο και την υποτιθέμενη αδιάκοπη παρενόχληση της πρωταγωνίστριας, Τίπι Χέντρεν, από τον Άλφρεντ Χίτσκοκ, τα γυρίσματα του «Birds» ήταν σχεδόν τόσο τρομακτικά όσο και η ίδια η ταινία.
Το έργο διασκευάστηκε από το ομώνυμο διήγημα της Ντάφνι Ντου Μαριέρ και ήταν το επόμενο φιλμ του Χίτσκοκ μετά το εμβληματικό «Psycho». Ο Χίτσκοκ επιστράτευσε τον συγγραφέα Έβαν Χάντερ για να γράψει το σενάριο, δίνοντάς του το ελεύθερο να γράψει οτιδήποτε οραματιζόταν χωρίς να ανησυχεί για το τεχνικό σκέλος και το διαδικαστικό της υπόθεσης. Όπως όμως αποδείχθηκε, τα τεχνικά προβλήματα ήταν τελικά σημαντικά.
Χρησιμοποιήθηκαν αληθινά πουλιά στα γυρίσματα της ταινίας;
Το αρχικό σχέδιο για τις σκηνές με τις επιθέσεις των πουλιών ήταν να χρησιμοποιηθούν τεχνητά πουλιά με μηχανοκίνητα φτερά και το στούντιο δαπάνησε πάνω από 200.000 δολάρια (πάνω από 2 εκατομμύρια δολάρια σε σημερινά χρήματα) για την κατασκευή τους. Αλλά μετά από δοκιμές, έγινε σαφές ότι τα μηχανικά πουλιά έμοιαζαν εντελώς ψεύτικα στην οθόνη, οπότε το σχέδιο έπρεπε να απορριφθεί. Αντ’ αυτού, ο εκπαιδευτής ζώων Ρέι Μπέργουικ ανέλαβε τώρα να πιάσει χιλιάδες ζωντανούς, άγριους γλάρους, κοράκια, σπουργίτια και σπίνους για τις σκηνές, κάτι που είχε τις δικές του επιπλοκές. Τα κοράκια είναι εξαιρετικά έξυπνα και ο Μπέργουικ και η ομάδα του δεν ήταν ποτέ σε θέση να πιάσουν περισσότερα από ένα ή δύο από ένα σμήνος πριν τα υπόλοιπα το καταλάβουν και αρχίσουν να παρακολουθούν τους απαγωγείς. Το στούντιο βρέθηκε σε κατάσταση απόγνωσης και προκήρυξε αμοιβή 10 δολαρίων ανά πουλί σε επαγγελματίες παγιδευτές σε όλη τη χώρα, αλλά και αυτό απέβη άκαρπο. Τελικά, ο Μπέργουικ εντόπισε ένα τεράστιο ορνιθοτροφείο με δεκάδες χιλιάδες πουλιά στην Αριζόνα, όπου αυτός και η ομάδα του – φορώντας μαύρα ρούχα και βάφοντας το πρόσωπό τους – κατάφεραν να πλησιάσουν κρυφά τα κοιμισμένα κοράκια τη νύχτα και να τα πιάσουν χρησιμοποιώντας δίχτυα. Συνολικά, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων χρησιμοποιήθηκαν πάνω από 25.000 ζωντανά πουλιά.
Μόλις αιχμαλωτίστηκαν, βέβαια, αυτά τα άγρια ζώα δεν ήταν πάντα πρόθυμα να συνεργαστούν με τους χειριστές τους. Όπως δήλωσε ο Μπέργουικ στο «Cinefantastique» το 1980, οι άνθρωποι στα γυρίσματα έμαθαν γρήγορα να φοβούνται τις άγριες επιθέσεις των πουλιών, ιδίως των γλάρων. «Είχαμε περίπου 12 ή 13 μέλη του συνεργείου στο νοσοκομείο σε μια μέρα από δαγκώματα και γρατζουνιές», είπε. «Οι γλάροι επιτίθονταν επίτηδες στα μάτια σου. Με δάγκωσαν στην περιοχή των ματιών τουλάχιστον τρεις φορές και η Τίπι απέκτησε μια πολύ άσχημη πληγή όταν ένα από τα πουλιά τη χτύπησε ακριβώς πάνω από το μάτι».
Τα πουλιά ήταν ναρκωμένα και γέμισαν ψείρες το πλήρωμα
Ο συμπρωταγωνιστής Ροντ Τέιλορ ισχυρίστηκε σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Hello» το 1998 ότι οι εκπαιδευτές τάιζαν τους γλάρους με σιτάρι αναμεμειγμένο με ουίσκι για να τα κάνουν πιο υπάκουους. «Ο μόνος λόγος που αυτά τα πουλιά έμεναν ακίνητα ήταν επειδή ήταν μεθυσμένα!», αναφώνησε. «Δεν θα μπορούσαν να ξεφύγουν από αυτό τώρα». Το συνεργείο παραδέχτηκε πράγματι ότι αναισθητοποίησε τους γλάρους που ήταν τοποθετημένοι στην οροφή του σπιτιού στην τελευταία σκηνή και τους έδεσε στη θέση τους για να διασφαλίσει ότι δεν θα πετάξουν, αλλά αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα πουλιά να πέφτουν συχνά από την οροφή και να μένουν κρεμασμένα από τα πόδια, αναγκάζοντας τους βοηθούς του σκηνικού να σκαρφαλώνουν στις πλευρές του σπιτιού για να τα σηκώσουν και να τα επανατοποθετήσουν. Για να γίνουν τα πράγματα ακόμη χειρότερα, πολλά από τα πουλιά έφεραν ψείρες και δεν άργησαν να εξαπλωθούν τα παράσιτα στους ηθοποιούς και τα μέλη του συνεργείου.
Αναπόφευκτα, φυσικά, μερικά από τα πουλιά δραπέτευσαν. Ο βοηθός μοντέρ Μπαντ Χόφμαν ισχυρίστηκε ότι ένα μεγάλο σμήνος κορακιών εγκαταστάθηκε σε ένα δέντρο στον χώρο της κατοικίας του Χίτσκοκ στη Universal και άρχισε να κουτσουλάει συνεχώς το αυτοκίνητό του. Αν και έγιναν πολλές προσπάθειες απομάκρυνσής τους, τα πουλιά αποδείχθηκαν πιο δυνατά, αναγκάζοντας τελικά το συνεργείο συντήρησης να κόψει τα κλαδιά του δέντρου για να πείσει τα κοράκια να κουρνιάσουν αλλού.
Τι συνέβη μεταξύ του Άλφρεντ Χίτσκοκ και της Τίπι Χέντρεν κατά τη διάρκεια της ταινίας
Τα πουλιά δεν ήταν οι μόνοι κίνδυνοι για την Τίπι Χέντρεν στο πλατό. Αν και οι δύσκολες σχέσεις μεταξύ σκηνοθετών και ηθοποιών δεν είναι κάτι καινούργιο, σύμφωνα με τη Χέντρεν, η ασταμάτητη παρενόχληση του Άλφρεντ Χίτσκοκ την άφησε, σύμφωνα με τα δικά της λόγια, να βρίσκεται «σε ψυχική φυλακή». Ο Χίτσκοκ υπέγραψε συμβόλαιο επταετούς διάρκειας με τη Χέντρεν, αφού την είδε σε μία μόνο τηλεοπτική διαφήμιση. Εκείνη την εποχή επιτυχημένο μοντέλο στη Νέα Υόρκη, η Χέντρεν αρχικά δεν ενδιαφερόταν για την υποκριτική, αλλά ως διαζευγμένη μητέρα μιας μικρής κόρης, δεν μπορούσε να αρνηθεί το σταθερό εισόδημα που της υποσχόταν το συμβόλαιο. Μετά από ένα δοκιμαστικό, ο Χίτσκοκ έδωσε στη Χέντρεν τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο «Birds».
Δουλεύοντας καθημερινά με τον μετρ του σασπένς, η Χέντρεν σύντομα παρατήρησε ένα μοτίβο στη συμπεριφορά του. «Κάθε φορά που γελούσα και μιλούσα με ένα αρσενικό μέλος του καστ ή του συνεργείου, η επόμενη συνομιλία μου με τον Χίτσκοκ ήταν ψυχρή και λίγο εριστική», έγραψε στα απομνημονεύματά της το 2016. Ο σκηνοθέτης είχε σκοπό να απαγγέλλει βρώμικα στιχάκια στη Χέντρεν ή να της ασκεί ιδιαίτερα αιχμηρή και δηκτική κριτική όταν ήταν μόνοι τους, ενώ άρχισε να την κοιτάζει «ανελέητα» στο πλατό, σε σημείο που το υπόλοιπο καστ και το συνεργείο άρχισε να το προσέχει. Η συνάδελφός της, Σουζάν Πλεσέτ, αισθάνθηκε μάλιστα την ανάγκη να διαβεβαιώσει τη νεοφερμένη στη βιομηχανία του θεάματος Χέντρεν ότι οι περισσότεροι στο Χόλιγουντ δεν ήταν σαν τον Χίτσκοκ.
Η Χέντρεν είπε ότι η παρενόχληση του σκηνοθέτη στα γυρίσματα έφτασε σε αυτό που η ίδια αποκάλεσε «εμμονή»: περνούσε από το σπίτι της, την παρακολουθούσε και ανέλυε τον γραφικό της χαρακτήρα. Και τελικά, κλιμακώθηκε σε πραγματική επίθεση. Μόνη μαζί στη λιμουζίνα του ένα βράδυ μετά τα γυρίσματα, ισχυρίζεται ότι πήδηξε πάνω της και προσπάθησε να τη φιλήσει μόλις έφταναν στο ξενοδοχείο της. Σύμφωνα με τη δική της αφήγηση του περιστατικού στα απομνημονεύματά της, του φώναξε να σταματήσει, τον έσπρωξε και πήδηξε έξω από το αυτοκίνητο.
Η Τίπι Χέντρεν αναρωτήθηκε αν ο Χίτσκοκ προσπαθούσε να την τιμωρήσει
Την επομένη της φερόμενης επίθεσης του Χίτσκοκ έγιναν τα γυρίσματα της σκηνής στην οποία ο χαρακτήρας της Χέντρεν, η Μέλανι, παγιδεύεται μέσα σε έναν τηλεφωνικό θάλαμο, ενώ δεκάδες πουλιά πέφτουν πάνω στο τζάμι, προσπαθώντας να της επιτεθούν. Το γυαλί υποτίθεται ότι ήταν άθραυστο, αλλά μετά το τρίτο μηχανικό πουλί που το χτύπησε με μεγάλη ταχύτητα, το γυαλί εξερράγη σε μικροσκοπικά θραύσματα, και η μακιγιέζ της Χέντρεν πέρασε ώρες αφαιρώντας μικροσκοπικά κομμάτια γυαλιού από το πρόσωπό της. Η Χέντρεν δεν κατηγορεί με σαφήνεια τον Χίτσκοκ ότι τη σαμποτάρισε σκόπιμα, αλλά στα γραπτά της, πάνω από πενήντα χρόνια αργότερα, εξακολουθούσε να αναρωτιέται αν «τιμωρήθηκε επειδή τον απέρριψε».
Ωστόσο, ακόμη και αυτό δεν ήταν το πιο δύσκολο μέρος του γυρίσματος για τη Χέντρεν. Στην κορύφωση της ταινίας, η Μέλανι μπαίνει μόνη της σε μια κρεβατοκάμαρα στη σοφίτα και τη βρίσκει γεμάτη πουλιά, τα οποία αμέσως πέφτουν πάνω της με μανία. Η Χέντρεν είχε πληροφορηθεί ότι για τη σκηνή αυτή θα χρησιμοποιούνταν μηχανικά πουλιά, αλλά έφτασε στο πλατό την πρώτη μέρα των γυρισμάτων για να ανακαλύψει ότι αυτό δεν ήταν αλήθεια. Ένα κλουβί είχε φτιαχτεί γύρω από την πόρτα της κρεβατοκάμαρας και στην πραγματικότητα θα χρησιμοποιούσαν ζωντανά πουλιά για την επίθεση.
Η κόλαση της Χέντρεν συνεχίστηκε στα γυρίσματα
Κατά τη διάρκεια της επόμενης εβδομάδας, οι χειριστές που φορούσαν προστατευτικά γάντια μέχρι τον αγκώνα της εκσφενδόνιζαν κυριολεκτικά ζωντανά πουλιά κατά πάνω της για οκτώ ώρες συνεχόμενες. Τα πουλιά είχαν εκπαιδευτεί να την τσιμπολογούν και, αφού είχαν πιαστεί τόσο πρόσφατα από τη φύση, δεν χρειάζονταν καμία ενθάρρυνση για να το κάνουν. «Ήταν βάναυσο, άσχημο και αδυσώπητο» θυμάται στα απομνημονεύματά της. Ο Κάρι Γκραντ, ο οποίος επισκέφθηκε το πλατό μια μέρα εκείνη την εβδομάδα, φέρεται να της είπε: «Είσαι η πιο γενναία γυναίκα που έχω δει ποτέ».
Την πέμπτη ημέρα των γυρισμάτων της σκηνής της κρεβατοκάμαρας, τα πουλιά ήταν στην πραγματικότητα δεμένα στα ρούχα της, τσιμπολογώντας την ανελέητα, καθώς ο χαρακτήρας της βρισκόταν αβοήθητος στο πάτωμα. Μέχρι το απόγευμα η Χέντρεν είχε εξαντληθεί σωματικά και συναισθηματικά, και όταν ένα πουλί τσίμπησε το πρόσωπό της επικίνδυνα κοντά στο μάτι της, γράφει ότι «τελικά ξέσπασε». Φώναξε ότι «τελείωσε» και κάθισε στο πάτωμα, κλαίγοντας με λυγμούς, εξαντλημένη, καθώς τα πουλιά λύνονταν. Εκείνο το βράδυ, η Χέντρεν επισκέφθηκε έναν γιατρό, ο οποίος διέταξε μια εβδομάδα ξεκούρασης. Αν και ο Χίτσκοκ προσπάθησε να της αρνηθεί την εβδομάδα άδειας, υποστηρίζοντας ότι δεν είχαν να γυρίσουν σκηνές με κανέναν άλλον, ο γιατρός επέμεινε. Πέρασε ολόκληρη την εβδομάδα είτε κοιμισμένη είτε μισολιπόθυμη, αλλά επέστρεψε στα γυρίσματα την επόμενη Δευτέρα με το κεφάλι ψηλά, αποφασισμένη να τελειώσει την ταινία.
Λαμβάνοντας υπόψιν τα αμέτρητα εμπόδια που προέκυψαν πριν και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, είναι κάτι σαν θαύμα που μια ταινία σαν το «Birds» τελικά γυρίστηκε. Αμέτρητοι σκηνοθέτες όπως ο Τζον Κάρπεντερ, ο Γκιγιέρμο ντελ Τόρο και ο Έλι Ροθ έχουν παραθέσει την ταινία ως πηγή έμπνευσης. Σίγουρα, η προβληματική αν όχι εγκληματική συμπεριφορά του δημιουργού δεν πρέπει να παραβλέπεται, καθώς οι κινηματογραφικές συνθήκες οφείλουν διαρκώς να βελτιώνονται για συνεργείο και καστ και το πρόσωπο του σκηνοθέτη να απεκδυθεί τον χαρακτηρισμό του δυνάστη. Ωστόσο, δεν είναι η μοναδική ταινία εκείνης της εποχής με αμφιλεγόμενο παρασκήνιο, αλλά η κληρονομιά που έχει αφήσει πίσω του το κλασικό ασπρόμαυρο φιλμ είναι αναντίρρητο.
πηγή: protothema.gr