Ψυχολόγος Χρήστος Καλλιάς: “Μοιραζόμαστε τους ίδιους φόβους – Αρκεί να είμαστε σε επαφή”
Απαντήσεις για τις συνεχιζόμενες επιπτώσεις της πανδημίας στην ψυχική υγεία μας δίνει ο Χρήστος Καλλιάς, Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπευτής-Κοινωνικός Λειτουργός.
Η πανδημία του κορωνοϊού, με ό, τι αυτή συνεπάγεται για τις κοινωνικές μας αντιδράσεις αλλά και για τις ψυχολογικές μας καταστάσεις, είναι ακόμα παρούσα, μετά από δύο χρόνια από τα πρώτα θετικά κρούσματα. Μαζί με τα θετικά στον κορωνοϊό κρούσματα συντηρούνται και οι φοβίες μας και τα προβλήματα γύρω από την κοινωνική φυσική συνύπαρξη για τα οποία μας δίνει παρακάτω απαντήσεις ο Χρήστος Καλλιάς, Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπευτής-Κοινωνικός Λειτουργός.
- Τι θα έλεγες σε κάποιον που έχει φόβο για την υγεία του; Ότι θα κολλήσει ή αν έχει κολλήσει ότι θα έχει προβλήματα εξαιτίας του κορωνοϊού;
- Αρχικά, να μην διστάζει να μιλήσει για τις ανησυχίες του. Το να μοιραστεί τις ανησυχίες του με άλλους ανθρώπους που εμπιστεύεται, βοηθά στην συναισθηματική αποφόρτιση, και στο να νιώσει ότι αυτά που νιώθει και σκέφτεται είναι αποδεκτά, αρκεί να έχει έναν καλό ακροατή απέναντι του. Επίσης, θα δει ότι πραγματικά οι περισσότεροι άνθρωποι μοιραζόμαστε, σε διαφορετικό βαθμό, τους ίδιους φόβους, και ότι δεν είναι ο μόνος που βιώνει αυτά τα επώδυνα συναισθήματα, και κάνει αυτές τις σκέψεις. Τέλος, πιθανόν να βρει ακόμα και λύσεις από άλλους ανθρώπους που ενδεχομένως έχουν αντιμετωπίσει τα ίδια προβλήματα με διαφορετικούς τρόπους, που ο ίδιος ίσως δεν έχει μέχρι τώρα σκεφτεί. Φυσικά τα παραπάνω προϋποθέτουν να μην απομονώνεται κάποιος. Ακόμα και αν πρέπει να μείνει σε καραντίνα επειδή νόσησε ο ίδιος ή κάποιο κοντινό του πρόσωπο, καλό είναι να διατηρήσει τις επαφές με τους κοντινούς σε αυτόν ανθρώπους, είτε τηλεφωνικά, είτε, ακόμα καλύτερα, μέσω βιντεοκλήσεων.
- Είμαι απομονωμένος σε καραντίνα γιατί βγήκα θετικός. Πώς μπορώ να αντιμετωπίσω αυτήν την κατάσταση;
- Αρχικά, ισχύουν όσα ειπώθηκαν και παραπάνω, ωστόσο θα πρέπει να προσέξουμε και κάτι ακόμα. Ως άνθρωποι είμαστε «προγραμματισμένοι» από την φύση μας, να αναζητάμε όλους τους πιθανούς κινδύνους γύρω μας, προκειμένου να τους γνωρίζουμε και να τους αποφύγουμε ή να τους αντιμετωπίσουμε ώστε να επιβιώσουμε. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα διάφορες συμπεριφορές υπεραναλυσης, ειδικά σε περιόδους κρίσεων, υγειονομικών και μη: συχνά, μπαίνουμε στο διαδίκτυο, αναζητούμε επίμονα πληροφορίες, και συνήθως από τα κακά νέα που θα διαβάσουμε πάμε στα ακόμα χειρότερα, σε μία αγωνιώδη προσπάθεια για να γνωρίσουμε τους κινδύνους, ώστε να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας, ή αντίθετα να βρούμε μία απόδειξη πως όσα κακά νέα διαβάσαμε προηγουμένως δεν ισχύουν. Αυτό, αν και είμαστε «προγραμματισμένοι» από την φύση μας να το κάνουμε, για την επιβίωση μας, σαν συμπεριφορά έχει σοβαρές συνέπειες στην ψυχική μας υγεία. Θα πρέπει να παρατηρήσουμε τον εαυτό μας, να δούμε αν πέφτουμε στην παγίδα να ψάχνουμε συνεχώς για ειδήσεις για τον κορωνοϊό, ίσως χειρότερες από αυτές που διαβάσαμε πριν λίγα λεπτά, και αυτό να επαναλαμβάνεται συνεχώς. Θα πρέπει να επικεντρωθούμε σε όσα έχουμε ακούσει από τους αρμόδιους, καθώς αρκετές πληροφορίες που μπορεί να διαβάσουμε και να μας φοβίσουν σε σχέση με τον κορωνοϊό, μπορεί να μην έχουν καν επιστημονική βάση, και ταυτόχρονα να συνειδητοποιήσουμε ότι η πραγματικότητα συνήθως είναι αρκετά «καλύτερη» από τον όγκο των δυσάρεστων (και συχνά ψευδών) ειδήσεων που έχουμε «μαζέψει μέσα μας».
Επίσης, να φροντίσουμε τον εαυτό μας και την υγεία μας. Ένας καλός και πλήρης ύπνος, 7-9 ώρες τη νύχτα, βοηθά πάντα την υγεία, σωματική και ψυχική. Το ίδιο βοηθητική είναι και η σωματική άσκηση. Ένας άνθρωπος που έχει παραμελήσει σωματικά τον εαυτό του, είναι ψυχολογικά πιο ευάλωτος
- Έχω να φροντίσω έναν συνάνθρωπο μου, μέλος της οικογένειάς μου, που νοσεί από κορωνοϊό πώς μπορώ να τον βοηθήσω και ψυχολογικά;
- Αρχικά, να βεβαιωθούμε εμείς οι ίδιοι ότι είμαστε σε θέση να σταθούμε σε αυτόν τον άνθρωπο. Είναι αποδεδειγμένο πως, όταν και εμείς οι ίδιοι βιώνουμε άγχος, φόβο ή θυμό, χάνουμε την ικανότητα μας για σωστή ακρόαση και κατανόηση του ατόμου που έχουμε απέναντι μας. Το ίδιο ισχύει και αν έχουμε την προσδοκία (και ψευδαίσθηση) ότι θα γίνουμε «θεραπευτές» για ένα κοντινό μας πρόσωπο, και ότι θα λύσουμε όλα τα προβλήματα του, κάτι το οποίο προφανώς είναι ανέφικτο.
Να προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε επαφές με τον συγκεκριμένο συνάνθρωπο. Να ακούσουμε τις ανησυχίες του, χωρίς να τον κρίνουμε, χωρίς να προσπαθούμε συνεχώς να τον διορθώνουμε, και χωρίς να έχουμε την ψευδαίσθηση ότι θα λύσουμε εμείς όλα τα προβλήματα του, όταν η μόνη (και ταυτόχρονα πολύτιμη) βοήθεια που μπορούμε να του προσφέρουμε είναι, να είμαστε δίπλα του, και να κάνουμε απλά ότι περνά από το χέρι μας. Να του δείξουμε ότι κατανοούμε τις ανησυχίες του και τους προβληματισμούς του. Εναλλακτικά, αν προσπαθούμε συνεχώς να διορθώνουμε και να υποβαθμίζουμε αυτό που μας εκφράζει ότι βιώνει, δείχνουμε ότι δεν τον κατανοούμε επαρκώς, και αυτό κάθε άλλο παρά βοηθά.
Να του παρέχουμε έγκυρη πληροφόρηση: Όπως ειπώθηκε και πιο πάνω, είναι πολύ εύκολο κάποιος να πέσει θύμα παραπληροφόρησης, η οποία θα προσθέσει ακόμα περισσότερες επώδυνες σκέψεις και συναισθήματα από αυτά που ήδη βιώνει. Η έγκυρη πληροφόρηση είναι το μοναδικό αντίδοτο στην παραπληροφόρηση.
Το να «μην τον διορθώσουμε», δεν σημαίνει να συμφωνούμε σε όλα μαζί του. Αν διαφωνούμε σε κάτι, θα πρέπει να εκφράσουμε την διαφωνία μας, με απόλυτη ειλικρίνεια, χωρίς ωστόσο αυτή η διαφωνία να έχει μία «διορθωτική» στάση σε αυτό που εκφράζει.
Τέλος, καλό θα είναι να ενδιαφερθούμε, ακόμα και αν το ίδιο το άτομο δεν ζητήσει βοήθεια.
- Μπορεί τελικά η εξ αποστάσεως επικοινωνία, που αναγκαζόμαστε να έχουμε αυτούς τους καιρούς, να αντικαταστήσει την φυσική προσωπική επαφή;
- Η πραγματικότητα είναι πως, η τεχνολογία δεν μπορεί να αντικαταστήσει πλήρως την φυσική προσωπική επαφή. Η φυσική παρουσία αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο στην ανθρώπινη επικοινωνία. O άνθρωπος γεννιέται με την ανάγκη για άμεση φυσική επαφή, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι ανάγκες του, αλλά και να νιώσει ασφάλεια. Για την ακρίβεια, κατά μία έννοια η φυσική αυτή παρουσία, κυρίως της μητέρας, στην βρεφική και παιδική ηλικία, και συγκεκριμένα το πόσο και με ποιον τρόπο ήταν διαθέσιμη η μητέρα, βρίσκεται στον πυρήνα του ψυχισμού ενός ανθρώπου αργότερα στη ζωή του. Καταλαβαίνουμε λοιπόν πόσο σημαντική είναι η φυσική παρουσία στην επικοινωνία. Επιπλέον, το 70% της ανθρώπινης επικοινωνίας είναι μη λεκτική. Ένα μεγάλο μέρος της μη λεκτικής επικοινωνίας συχνά χάνεται στην επαφή μέσα από την τεχνολογία. Δεν υπάρχει επαρκής οπτική επαφή, καθώς και τα 2 άτομα είναι αναγκασμένα να κοιτούν την οθόνη, και όχι την κάμερα, ενώ ταυτόχρονα χάνεται μεγάλο μέρος της γλώσσας του σώματος.
Για αυτό και υπό κανονικές συνθήκες, θα πρέπει να έχουμε πλήρη συνείδηση των παραπάνω, και να επιδιώκουμε την φυσική προσωπική επαφή. Ωστόσο, μόνο όταν η φυσική προσωπική επαφή δεν είναι εφικτή, όπως στην περίπτωση της καραντίνας, θα πρέπει να καταφεύγουμε οπωσδήποτε σε εναλλακτικές λύσεις, ανάμεσα τους και την επικοινωνία μέσα από βιντεοκλήσεις, ώστε να εξασφαλίζεται έστω και ως ένα βαθμό η επαφή με άλλους ανθρώπους.
Χρήστος Καλλιάς, Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπευτής-Κοινωνικός Λειτουργός.
Διαβάστε ακόμη: Ψυχολόγος Χρήστος Καλλιάς: Χαμηλή αυτοεκτίμηση, πως μπορούμε να την ενισχύσουμε