Όταν δύο κόσμοι συγκρούονται: Πώς ο τελευταίος πληθυσμός φυσητήρων στην Ανατολική Μεσόγειο απειλείται από τη ναυτιλιακή κίνηση
Πώς συνδέεται η Ελληνική τάφρος, τα μεγάλα κητώδη και η ολοένα και αυξανόμενη ναυτιλιακή κίνηση; Ποια η σχέση ναυτιλίας και του τελευταίου πληθυσμού φυσητήρων στην Ανατολική Μεσόγειο; Πώς η ναυτιλιακή δραστηριότητα επηρεάζει τη βιωσιμότητα αυτού του πληθυσμού και τι μπορούμε να κάνουμε για να το αντιμετωπίσουμε;
Οι συγκρούσεις με πλοία, αποτελούν σήμερα μια από τις κυριότερες ανθρωπογενείς αιτίες θνησιμότητας διαφορετικών πληθυσμών φαλαινών ανά τον κόσμο, αρκετοί εκ των οποίων απειλούνται υπό εξαφάνιση εξαιτίας της φαλαινοθηρίας που συνέβαινε για αιώνες καθώς και άλλων ανθρωπογενών πιέσεων. Μεταξύ αυτών των ειδών είναι και οι φυσητήρες, που πλέον στη χώρα μας και συνολικά στην Ανατολική Μεσόγειο αριθμούν λιγότερα από 200 άτομα.
Μπορεί ο φυσητήρας (Physeter macrocephalus), όπως ήταν ο θρυλικός Moby Dick, να μην ανήκει στην οικογένεια των φαλαινών, γιατί αντί για φαλαίνια (μπαλένες) έχει δόντια, το όνομά του όμως και το επιβλητικό του μέγεθος, δεν μπορεί παρά να παραπέμψει στους πιο εμβληματικούς γίγαντες των θαλασσών μας. Το γεγονός πως σαν είδος έχει το χαμηλότερο ρυθμό αναπαραγωγής, με τα θηλυκά να ωριμάζουν όταν φθάσουν τα 10 χρόνια και την κύησή τους να διαρκεί 16 μήνες, το καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτο. Παρόλο που από το 1986 η φαλαινοθηρία φυσητήρων, που απειλούσε αυτούς τους γίγαντες με εξαφάνιση, μειώθηκε σημαντικά, πολλές άλλες απειλές σχετιζόμενες με τον άνθρωπο εντάθηκαν από τότε, όπως οι συγκρούσεις με μεγάλα πλοία, η ηχητική ρύπανση, η χημική ρύπανση, ο τραυματισμός από αλιευτικά εργαλεία κλπ.
«Οι φυσητήρες έχουν τον μεγαλύτερο εγκέφαλο που υπήρξε ποτέ στη γη. Βρίσκονται σε αυτόν τον πλανήτη για περίπου 20 εκατομμύρια χρόνια περισσότερα από εμάς, και παρόλα αυτά, κατάφεραν να επιβιώσουν όλο αυτό το διάστημα χωρίς να βλάπτουν το περιβάλλον τους. Θα ήταν κρίμα για ένα πιο πρόσφατο είδος, όπως είναι ο άνθρωπος, που θεωρεί πως είναι και το εξυπνότερο, να τους εμποδίσει να διατηρήσουν τη ζωή και τον πολιτισμό τους ειρηνικά στους ωκεανούς, καθώς και εδώ, δίπλα μας, κατά μήκος της Ελληνικής Τάφρου», αναφέρει ο Αλέξανδρος Φραντζής, επιστημονικός υπεύθυνος του Ινστιτούτου Κητολογικών Ερευνών Πέλαγος.
Πώς η ναυτιλιακή κίνηση επηρεάζει τη θαλάσσια βιοποικιλότητα;
Η ολοένα και αυξανόμενη θαλάσσια κυκλοφορία μεγάλων πλοίων τα τελευταία χρόνια αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες απειλές για τις φάλαινες, τους φυσητήρες και τα δελφίνια των θαλασσών παγκοσμίως. Μάλιστα, τα στοιχεία δείχνουν πως η ναυτιλιακή δραστηριότητα έχει αυξηθεί τις δύο τελευταίες δεκαετίες κατά 300%. Η αυξητική αυτή τάση έχει ως αποτέλεσμα και την αύξηση των αρνητικών συνεπειών για τους πληθυσμούς των κητωδών (αύξηση του ρίσκου τραυματισμού και θανάτωσης), καθώς αρκετές από τις περιοχές υψηλής διέλευσης πλοίων αποτελούν ταυτόχρονα και κρίσιμους βιοτόπους για τα κητώδη.
Όταν φάλαινες ή φυσητήρες και πλοία μοιράζονται τις ίδιες θάλασσες, η σύγκρουση αυτών των δύο κόσμων είναι αναπόφευκτη λόγω του μεγέθους, του αριθμού των πλοίων και της συχνότητας των δρομολογίων τους. Οι συγκρούσεις με πλοία είναι μια από τις κυριότερες ανθρωπογενείς αιτίες θνησιμότητας αρκετών διαφορετικών πληθυσμών φαλαινών και γενικά κητωδών ανά τον κόσμο. Όταν τα πλοία διασχίζουν με υψηλές ταχύτητες σημαντικές περιοχές για τους φυσητήρες, οι πιθανότητες σύγκρουσης με αυτά τα απειλούμενα είδη αυξάνονται, μιας και τα ζώα αυτά δεν προλαβαίνουν να τα αποφύγουν, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό ή/και την άμεση ή αργή θανάτωσή τους. Πώς όμως θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το φαινόμενο αυτό;
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα;
Στην περίπτωση της Ανατολικής Μεσογείου, και της χώρας μας ειδικότερα, αυτό το πρόβλημα έχει ιδιαίτερη σημασία εξαιτίας της μόνιμης παρουσίας ενός υποπληθυσμού φυσητήρων που πλέον αριθμεί λιγότερα από 200 άτομα. Στην Ανατολική Μεσόγειο, η Ελληνική Τάφρος, το τόξο που εκτείνεται από τα Ιόνια νησιά μέχρι τη Ρόδο με βάθος που ξεπερνά τα 5000μ, αποτελεί την πιο κρίσιμη περιοχή για την επιβίωση αυτού του απειλούμενου υποπληθυσμού, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί διαδρομή συχνής διέλευσης πλοίων από όλο τον κόσμο, γεγονός που αυξάνει κατακόρυφα τις πιθανότητες σύγκρουσης με πλοία.
Έχει αποδειχθεί πως στοχευμένες ρυθμίσεις επί της διέλευσης των πλοίων, όπως η αποφυγή περιοχών ή η μείωση ταχύτητας, μπορούν να μειώσουν δραστικά τη θνησιμότητα των απειλούμενων ειδών. Η μετατόπιση, μάλιστα, της κίνησης εκτός κάποιων περιοχών της Ελληνικής Τάφρου, μπορεί να μειώσει την πιθανότητα θανάτωσης φυσητήρων από συγκρούσεις κατά 70%.
Τι κάνoυμε εμείς;
Το WWF Ελλάς, σε συνεργασία με ερευνητικά ινστιτούτα και διεθνείς οργανισμούς, και ειδικότερα το Ινστιτούτο Κητολογικών Ερευνών Πέλαγος, το Διεθνές Ταμείο για την Ευημερία των Ζώων (IFAW) , και την Ocean Care, εργάζεται για την παρακολούθηση των επιπτώσεων των συγκρούσεων, ενημερώνει σε εθνικό και διεθνές επίπεδο για το ζήτημα και προωθεί τη μετατόπιση της κίνησης των πλοίων και τη μείωση ταχύτητάς τους για την αποφυγή των ευαίσθητων περιοχών σε συνεργασία με την παγκόσμια ναυτιλιακή κοινότητα.
Ως αποτέλεσμα της συντονισμένης και επίμονης προσπάθειας, και σε συνεργασία με τη ναυτιλιακή βιομηχανία και τις αρμόδιες αρχές, σήμερα αποστέλλονται μηνύματα NAVTEX σε πλοία που διέρχονται από την περιοχή της Ελληνικής Τάφρου, ενημερώνοντας τους ναυτικούς για την παρουσία κητωδών και ειδοποιώντας τους να λάβουν μέτρα για τη μείωση του κινδύνου σύγκρουσης. Επιπλέον, μεγάλες ναυτιλιακές εταιρείες όπως η Mediterranean Shipping Company και η Euronav, καθώς και σωματεία του κλάδου, όπως η Ένωση Ελλήνων και Γερμανών Εφοπλιστών, και το Ελληνικό και το Διεθνές Ναυτικό Επιμελητήριο, υποστηρίζουν την εφαρμογή των ρυθμίσεων.
Παρόλα αυτά, και σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα δεδομένα, πλοία εξακολουθούν να διασχίζουν την περιοχή με μεγάλη ταχύτητα και περιστατικά εκβρασμών που οφείλονται στις συγκρούσεις εξακολουθούν να προκύπτουν, γεγονός που εντείνει την ανάγκη λήψης τεχνικών, και θεσμικών μέτρων. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να εντατικοποιηθεί η κινητοποίηση των εταιρειών και κυρίως των θεσμικών αρχών για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του πληθυσμού του μοναδικού αυτού είδους στην Ελληνική Τάφρο και τη Μεσόγειο διαχρονικά, μέσα από τη συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων και ειδικά της ναυτιλιακής κοινότητας και των αρμόδιων αρχών.
Σε μια τόσο κρίσιμη χρονική στιγμή, τόσο για τον άνθρωπο, όσο και για το μέλλον της άγριας ζωής, «το WWF Ελλάς ζητά ισχυρότερη δράση από τους αρμόδιους φορείς και τη βιομηχανία για να μειωθούν επειγόντως οι επιπτώσεις της ναυτιλίας για την προστασία της θαλάσσιας ζωής στη χώρα μας», αναφέρει η Αμαλία Αλμπερίνι, Υπεύθυνη του Θαλάσσιου Προγράμματος για το WWF Ελλάς.
πηγή: wwf.gr