Αδιανόητο: Δυο 10χρονα παιδιά απαγάγουν και δολοφονούν έπειτα από βασανιστήρια ένα 2χρονο αγοράκι
Σαν σήμερα, η δολοφονία ενός 2χρονου αγοριού έκανε τον κόσμο ολόκληρο να κλείσει τα μάτια από ντροπή και απέχθεια
Δεν ήταν η δολοφονία ενός 2χρονου αγοριού, που μια μέρα σαν σήμερα, 12 Φεβρουαρίου του 1993, έκανε τον κόσμο ολόκληρο να κλείσει τα μάτια από ντροπή και απέχθεια, ήταν κυρίως οι δυο δολοφόνοι: παιδιά κι αυτά, 10 χρονών!
Η εικόνα τους δεν τράβηξε την προσοχή κανενός. Άλλωστε τι να προκαλέσει το ενδιαφέρον κάποιου (και τους είχαν δει δεκάδες άνθρωποι), όταν δυο μικρά παιδιά, που δεν θα ‘ταν πάνω από 10χρονών, κρατούν ένα μικρότερο από το χέρι και περπατούν σε ένα εμπορικό κέντρο;
Τα μεγαλύτερα αγόρια, ο Γιον Βέναμπλς και ο Ρόμπερτ Τόμπσον θα μπορούσαν, άλλωστε, να είναι τα αδέρφια του μικρού, όπως πίστεψαν οι περισσότεροι περαστικοί στο εμπορικό κέντρο εκείνη την ημέρα· όμως δεν ήταν.
Ήταν οι απαγωγείς και λίγες ώρες μετά οι δολοφόνοι του μικρού Τζέιμς Πάτρικ Μπάλτζερ, που τον οδηγούσαν στον τόπο του μαρτυρίου του.
Κι εδώ έρχεται, σαν δυνατό χαστούκι στο παγωμένο πρόσωπο της κοινωνίας, η αντίδραση κάποιων από εκείνους που κάτι πρόσεξαν, κάτι είδαν, κάτι τους παραξένεψε, αλλά… συνέχισαν τον δρόμο τους: «Ο μικρούλης φαινόταν στενοχωρημένος – είπαν, όταν πια ο μικρούλης ήταν νεκρός – ενώ κάποιοι άλλοι εντόπισαν από μακριά τα μεγαλύτερα αγόρια να χτυπούν με γροθιές και κλωτσιές το δίχρονο παιδάκι, αλλά δεν βαριέσαι· «θα παίζουν» είπαν. Οι περισσότεροι αδιαφόρησαν και όσοι σταμάτησαν και μάλωσαν τους 10χρονους, έφυγαν βιαστικά για να προφτάσουν τις δουλειές τους… Κι ο 2χρονος Τζέιμς έμεινε στα χέρια των δημίων του.
Εκείνη την ημέρα ήθελαν να σκοτώσουν!
Το σχέδιο των δολοφόνων ήταν πρώτα να αρπάξουν ένα παιδάκι από τα χέρια της μητέρας του. Τα δυο αγόρια μπήκαν σε ένα πολυσύχναστο εμπορικό κέντρο, το New Strand στο Bootle, κοντά στο Λίβερπουλ· ήταν απόγευμα και το είχαν «σκάσει» μόλις από το σχολείο.
Στο εμπορικό κέντρο, οι δυο 10χρονοι περιπλανήθηκαν από κατάστημα σε κατάστημα, κλέβοντας ό,τι μπορούσαν να πιάσουν στα χέρια τους, και στη συνέχεια άρχισαν να πετούν τα κλεμμένα, σε ανθρώπους που ανεβοκατέβαιναν με τις κυλιόμενες σκάλες· έτσι για να γελάσουν.
Κάποια στιγμή, έτσι για να γελάσουν πάλι (το κίνητρό τους παραμένει ακόμα και σήμερα ασαφές), ο Βέναμπλς κι ο Τόμπσον συμφώνησαν να απαγάγουν ένα παιδάκι. Όποιο να ‘ναι… Το ποιος είχε την ιδέα επίσης παραμένει μυστήριο, αφού αργότερα ο ένας έριξε τα βάρη στον άλλον.
Και ο άτυχος Τζέιμς, δεν ήταν το πρώτο παιδάκι που προσπάθησαν να παγιδεύσουν στον ιστό τους. Σε ένα πολυκατάστημα, το «TJ Hughes», μια γυναίκα παρατήρησε ότι, δύο αγόρια προσπαθούσαν να τραβήξουν την προσοχή των παιδιών της. Λίγες στιγμές αργότερα, η τρίχρονη κόρη της και ο δίχρονος γιος της είχαν χαθεί από το οπτικό πεδίο της! Η μητέρα βρήκε γρήγορα την κόρη της, αλλά δεν υπήρχε κανένα σημάδι του γιου της. Σε έξαλλη κατάσταση ρώτησε την μικρή, πού ήταν ο αδελφός της. «Βγήκε έξω με ένα αγόρι», της είπε.
Η μητέρα, αλλόφρων, άρχισε να φωνάζει τον γιο της· έτρεξε έντρομη έξω από το εμπορικό κέντρο, όπου είδε τους δυο 10χρονους να προσπαθούν να πείσουν το μικρό παιδί να τους ακολουθήσει. Όταν ο Βέναμπλς αντίκρισε τη μητέρα, είπε στο παιδί να επιστρέψει κοντά της κι εκείνοι έσπευσαν να εξαφανιστούν. Η μοίρα είχε γλυτώσει το εκείνο μικρό παιδάκι κι αμέσως σφράγιζε την τύχη του Τζέιμς Μπάλτζερ.
Λίγο μετά τη αποτυχημένη απαγωγή, ο Βέναμπλς και ο Τόμπσον άρχισαν να περιφέρονται γύρω από ένα περίπτερο με σνακ προσπαθώντας να κλέψουν καραμέλες, όταν παρατήρησαν τον μικρό Τζέιμς στην πόρτα ενός κρεοπωλείου· η μητέρα του, Ντενίζ, ήταν μέσα στο κατάστημα και ψώνιζε. Οι 10χρονοι δεν έχασαν ευκαιρία: Πλησίασαν, έπιασαν το μικρό παιδί από το χέρι και ψύχραιμα απομακρύνθηκαν.
«Έλα μωρό μου»…
Πολλοί, θα θυμηθούν αργότερα τα τρία παιδιά να περπατούν στο εμπορικό κέντρο με τον μικρό Τζέιμς να τρέχει μπροστά και τους δυο μεγάλους να τον κυνηγούν φωνάζοντας του: «Έλα μωρό μου»… Μια κάμερα ασφαλείας τους κατέγραψε να βγαίνουν από τον χώρο.
Η μητέρα του Τζέιμς, Ντενίζ, όταν κατάλαβε την απουσία του, πανικοβλήθηκε. Τον αναζήτησε στο κρεοπωλείο, αλλά ο μικρός ήταν άφαντος. Η Ντενίζ έτρεξε γρήγορα στο προσωπικό ασφαλείας του εμπορικού κέντρου και περιέγραψε τον γιο της και το τι φορούσε. Στην αρχή έγιναν ανακοινώσεις από τα μεγάφωνα. Ωστόσο, οι ώρες περνούσαν και δεν υπήρχε κανένα σημάδι του μικρού Τζέιμς. Το τοπικό αστυνομικό τμήμα ενημερώθηκε και δηλώθηκε η εξαφάνιση.
Στο μεταξύ τα τρία παιδιά έφυγαν από το εμπορικό κέντρο και ο Τζέιμς άρχισε να φωνάζει για τη μητέρα του. Τα μεγαλύτερα αγόρια δεν έδωσαν σημασία και συνέχισαν ατάραχοι το δρόμο τους κατευθυνόμενοι προς μια απομονωμένη περιοχή κοντά σε ένα κανάλι.
Εκεί, πλάι στο κανάλι, χτύπησαν τον Τζέιμς στο κεφάλι και τον πέταξαν στο χώμα, ενώ σπάραζε στο κλάμα. Μια γυναίκα που περνούσε παρατήρησε τη σκηνή, αλλά δεν σκέφτηκε καν να τους επιπλήξει· συνέχισε σκυφτή την πορεία της. Η πορεία του μικρού Τζέιμς ήταν ήδη χαραγμένη: Μαρτύρια και θάνατος!
Το μέτωπο του 2χρονου αγοριού ήταν πια μελανιασμένο και ματωμένο από τα χτυπήματα κι οι δυο μεγαλύτεροι του φόρεσαν την κουκούλα του τζάκετ για να μην φαίνεται ο τραυματισμός του.
Ωστόσο, περαστικοί μπορούσαν να διακρίνουν το χτύπημα και τα αίματα στο μέτωπο και κάποιος παρατήρησε ακόμη κι ένα δάκρυ να κυλάει στο μάγουλο του Τζέιμς. Κανένας όμως δεν ευαισθητοποιήθηκε. Ουδείς άλλαξε πορεία. Ούτε κι οι δυο 10χρονοι…
Στη συνέχεια, τα μεγαλύτερα αγόρια περιπλανήθηκαν στο Λίβερπουλ, περνώντας και παίζοντας πλάι στα καταστήματα, σε κτίρια και σε χώρους στάθμευσης. Περπάτησαν σε έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους του Λίβερπουλ.
Πολλοί μάρτυρες θυμήθηκαν αργότερα ότι είδαν τον Τζέιμς να γελάει, ενώ άλλοι ότι τον είδαν να αντιστέκεται και να ουρλιάζει φωνάζοντας τη μητέρα του. Μόνο είδαν· δεν έκαναν τίποτα! Μια ηλικιωμένη γυναίκα πλησίασε τα παιδιά και ενδιαφέρθηκε για τον Τζέιμς. Οι δυο μεγαλύτεροι της είπαν ότι, τον βρήκαν πεσμένο στο κανάλι να κλαίει. Εκείνη τότε προσφέρθηκε να πάει τον μικρό στο αστυνομικό τμήμα, αλλά δεν είχε πού να αφήσει την μικρή κόρη της και το ανέβαλε…
Οι 10χρονοι συνέχισαν την περιπλάνησή τους με τον Τζέιμς επί ώρα. Μπήκαν σε μαγαζιά συνάντησαν φίλους τους και σιγά σιγά έφτασαν στη σιδηροδρομική γραμμή. Εκεί για λίγο ξανασκέφτηκαν αυτό που πήγαιναν να κάνουν. Για λίγο… Κι έπειτα, χωρίς πολλές περιττές σκέψεις, άρχισαν να βασανίζουν τον Τζέιμς.
Προσπάθησαν να το κάνουν να φανεί δυστύχημα…
Ο Βέναμπλς και ο Τόμπσον έριξαν μπλε μπογιά στο αριστερό μάτι του 2χρονου αθώου θύματός τους. Στη συνέχεια τον κλώτσησαν, τον χτύπησαν με τούβλα και πέτρες και του έχωσαν μπαταρίες μέσα στο στόμα.
Τα δυο αγόρια χτύπησαν τον Τζέιμς στο κεφάλι με μια σιδερένια ράβδο με αποτέλεσμα να του προκαλέσουν 10 κατάγματα στο κρανίο. Συνολικά, ο μικρός υπέστη 42 τραύματα στο πρόσωπο, το κεφάλι και το σώμα του. «Χτυπήθηκε τόσο άσχημα…», είπε αργότερα ο ιατροδικαστής, «…που δεν υπήρχε τρόπος να εντοπιστεί ποιος τραυματισμός ήταν ο μοιραίος»!
Οι δυο 10χρονοι ολοκλήρωσαν το φρικτό έργο τους, τοποθετώντας προσεκτικά το νεκρό σώμα, πλέον, του Τζέιμς στις γραμμές του τρένου, με την ψευδαίσθηση ότι έτσι θα έκαναν τον φόνο τους να μοιάζει με ατύχημα, και εγκατέλειψαν τον τόπο πριν περάσει το τρένο και κόψει το μικρό παιδί στα δύο. Ο ιατροδικαστής, αργότερα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «…ο μικρός Τζέιμς ήταν νεκρός όταν τοποθετήθηκε στις ράγες».
Οι έρευνες συνεχίζονταν χωρίς αποτέλεσμα, οι γονείς του μικρού είχαν χαρακτηριστεί ύποπτοι από την αστυνομία, μέχρι που ανακαλύφθηκε η καταγεγραμμένη από κάμερα ασφαλείας η σκηνή της αποχώρησης του Τζέιμς με τους δυο 10χρονους. Οι αστυνομικοί δεν το πίστευαν.
Οι εικόνες των τριών παιδιών κυκλοφόρησαν στα μέσα ενημέρωσης, η ιστορία απλώθηκε σε εθνικό επίπεδο και οι προσπάθειες εντοπισμού του μικρού Τζέιμς εντάθηκαν.
Τραγική ειρωνεία: Όταν ο πατέρας του Τζέιμς, ο Ραλφ Μπάλτζερ, είδε ότι ο γιος του έφευγε από το εμπορικό κέντρο με δύο αγοράκια, ανακουφίστηκε: «Κοίταξα τη σύζυγό μου και χαμογέλασα. Θα είναι καλά, Ντενίζ, της είπα. Είναι με δύο μικρά παιδιά, θα είναι εντάξει»…
Η αγωνιώδης αναζήτηση σταμάτησε όταν δυο μέρες μετά την εξαφάνιση του Τζέιμς τέσσερα παιδιά βρήκαν το διαμελισμένο κορμάκι του στη σιδηροδρομική γραμμή, μόλις 200 μέτρα από το αστυνομικό τμήμα!
Από εκείνη τη στιγμή, έχοντας πλέον στοιχεία στα χέρια της και την πεποίθηση ότι οι δολοφόνοι του Τζέιμς Μπάλγκερ ήταν πιθανότατα δύο παιδιά, η αστυνομία αναζήτησε τα απουσιολόγια των κοντινών σχολείων για την ημέρα της εξαφάνισης. Το γεγονός αυτό έκανε αρκετά παιδιά να ανακριθούν ως πιθανοί δολοφόνοι και κάποιους γονείς να καταγγέλλουν ακόμη και τα δικά τους παιδιά!
Τελικά ένα ανώνυμο τηλεφώνημα στην αστυνομία ήταν εκείνο που ενέπλεξε τον Γιον Βέναμπλς και τον Ρόμπερτ Τόμπσον ως δολοφόνους του Τζέιμς. Ο πληροφοριοδότης είπε ότι οι δύο 10χρονοι έλειπαν από το σχολείο τη μοιραία ημέρα και ότι ο ίδιος είχε δει μπλε μπογιά στο μανίκι του σακακιού του Βέναμπλς. Στη συνέχεια, η αστυνομία επισκέφτηκε τα σπίτια των δύο παιδιών και ανακάλυψε αίμα στα παπούτσια του Τόμπσον και, πράγματι, μπλε μπογιά στο σακάκι του Βέναμπλς.
Κι όμως παρ’ όλα ενοχοποιητικά στοιχεία, η αστυνομία δεν τους συνέλαβε τους δυο 10χρονους γιατί, όπως πίστευε, οι θύτες φαίνονταν από το βίντεο πολύ μεγαλύτερης ηλικίας και στράφηκε σε άλλα παιδιά με καταγεγραμμένες παραβατικές συμπεριφορές…
«Να ζητήσω συγγνώμη από τη μητέρα του, όλα καλά;»
Στο τέλος, οι ανακρίσεις των δυο 10χρονων έφεραν αποτέλεσμα: Ο ένας στράφηκε εναντίον του άλλου και κάποια στιγμή ο Βέναμπλς ομολόγησε: «Τον σκότωσα. Να ζητήσω συγγνώμη από τη μητέρα του, όλα καλά;»…
Ο Ρόμπερτ Τόμσον, από την άλλη, δεν ήταν τόσο εύκολη υπόθεση. Αρνήθηκε τα πάντα, αλλά, στο τέλος, αυτοαποκαλύφθηκε δίνοντας – αφελώς – μια λεπτομερή περιγραφή του τι φορούσε ο Τζέιμς. Ωστόσο, σε όλη τη διάρκεια της δίκης, ο Τόμπσον παρέμεινε ανατριχιαστικά αδιάφορος, με τον Τύπο να του δίνει το παρατσούκλι: Το αγόρι που δεν έκλαψε.
Στον Βέναμπλς και Τόμπσον αποδόθηκαν κατηγορίες και εννιά μήνες μετά άρχισε η δίκη κάτω από φορτισμένη ατμόσφαιρα. Ο κόσμος ήθελε να τους λιντσάρει και η αστυνομία προσπαθούσε να τους προστατεύσει με κάθε μέσο. Η λαϊκή οργή εντάθηκε κατά τη διάρκεια της δίκης, όταν διαπιστώθηκε η προκλητική απάθεια και η κυνικότητα των 11χρονων πια!
Οι διορισμένοι από το δικαστήριο ψυχίατροι διαπίστωσαν ότι τα δύο αγόρια γνώριζαν να ξεχωρίζουν το σωστό από το λάθος και ότι δεν ήταν κοινωνιοπαθείς, όμως δεν κατάφεραν να εντοπίσουν τα κίνητρα για τη δολοφονία του μικρού Τζέιμς – κάτι που κανένας δεν έχει καταφέρει να προσδιορίσει με σιγουριά ακόμη και σήμερα.
Οι απεχθείς μικροί δολοφόνοι, καταδικάστηκαν, και έγιναν οι νεότεροι που θα φυλακίζονταν για ανάλογο έγκλημα στη Βρετανία: Καταδικάστηκαν σε φυλάκιση, μέχρις ότου, τον Ιούνιο του 2001, όταν συμπλήρωσαν 8 χρόνια εγκλεισμού, αποφυλακίστηκαν με περιοριστικούς όρους. Σύμφωνα με όλα τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στις επιτροπές αποφυλάκισης, οι Βέναμπλς και Τόμπσον δεν παρουσίασαν βίαιη ή παρεκκλίνουσα συμπεριφορά κατά τον εγκλεισμό τους και εξέτισαν το χρόνο φυλάκισής τους χωρίς επεισόδια. Μετά την απελευθέρωσή τους, οι δυο δολοφόνοι έλαβαν νέες ταυτότητες και τους δόθηκε νομική ανωνυμία εφ’ όρου ζωής λόγω της κοινωνικής κατακραυγής που τους περιέβαλε και τον κίνδυνο να υποστούν πράξεις αντεκδίκησης.
Την παρέλυσε το μίσος
Η μητέρα του Τζέιμς, Ντενίζ, ήρθε κάποια φορά πρόσωπο με πρόσωπο με έναν από τους δολοφόνους του παιδιού της, τον Ρόμπερτ Τόμσον, το 2004, αλλά «παρέλυσε από το μίσος» και δεν μπόρεσε να τον αντιμετωπίσει…
Σήμερα, ενώ ο Τόμπσον πιστεύεται ότι έχει μετανιώσει και ενταχθεί στην κοινωνία, ζώντας μια ήσυχη ζωή, δεν έχει γίνει το ίδιο και από τον Βέναμπλς: Το 2010 επέστρεψε στη φυλακή για παραβίαση των όρων της αποφυλάκισής του, με την κατηγορία κατοχής και διάδοσης φωτογραφιών παιδικής πορνογραφίας· αφέθηκε ελεύθερος το 2013.
Το Νοέμβριο του 2017, ο Βέναμπλς επέστρεψε και πάλι στη φυλακή με την ίδια κατηγορία. Καταδικάστηκε σε τρία χρόνια φυλάκιση. Από την πρώτη απελευθέρωσή του το 2001 ως και σήμερα, έχει αλλάξει ταυτότητα τέσσερις φορές. Οι διαρκείς συλλήψεις του, οδήγησαν σε έντονες αντιδράσεις, με εκατομμύρια κόσμου να ζητάει να μην αφεθεί ελεύθερος ποτέ ξανά, ενώ κατά λάθος, λίγο μετά την σύλληψή του το 2010, διέρρευσαν φωτογραφίες του στο διαδίκτυο. Ο πατέρας του άτυχου Τζέιμς, Ραλφ Μπάλτζερ, όταν κλήθηκε να καταθέσει στο συμβούλιο που εξέταζε την αποφυλάκιση του Βέναμπλς, δήλωσε ότι δεν μπορούσε να συγχωρήσει τους δολοφόνους του γιου του και ότι δεν έπρεπε να αφεθεί ελεύθερος: «Κάποιες στιγμές νοιώθω ότι πεθαίνω. Με πνίγει ένας κόμπος στο λαιμό, είπε ο πατέρας του Τζέιμς. Είναι ένα τεράστιο βάρος στο στήθος, ένα βάρος ασήκωτο που το κουβαλάω από την ημέρα που χάσαμε το παιδί μας»!
Δυο χρόνια μετά την τραγωδία ο Ραλφ με την Ντενίζ χώρισαν. «Είχαμε τόσο πόνο μέσα μας που δεν μπορούσε ο ένας να παρηγορήσει τον άλλον» είχε πει ο τραγικός πατέρας. Δέκα μήνες μετά τη στυγερή δολοφονία του Τζέιμς και λίγες εβδομάδες μετά την ολοκλήρωση της δίκης των φονιάδων, ο Ραλφ και η Ντενίζ είχαν αποκτήσει ένα αγοράκι, τον Μάικλ. Η Ντενίζ, ένα χρόνο μετά την κατάρρευση του γάμου της, γνώρισε τον ηλεκτρολόγο Στιούαρτ Φέργκιους, τον οποίο παντρεύτηκε το 1998. Το ζευγάρι έχει αποκτήσει δύο γιους. Ο Ραλφ Μπάλτζερ, σχεδόν 20 χρόνια μετά τη δολοφονία του Τζέιμς απέκτησε ένα κοριτσάκι με τη σύζυγό του Νάταλι ΜακΝτέρμοντ. Ο Ραλφ Μπάλτζερ, έχει προσπαθήσει πολλές φορές να ανατρέψει τη δια βίου ανωνυμία ενός από τους δολοφόνους του γιου του.
Πηγή: ethnos.gr